Μύηση στο SITE...

Σπαστικότητα: Παθολογική αύξηση του μυϊκού τόνου που εκδηλώνεται ως αντίσταση τύπου ελατηρίου στην κίνηση.

Μυϊκός τόνος: Χαρακτηριστικό του μυός που προκαλείται από τη συνεχή ροή νευρικών ερεθισμάτων στο συγκεκριμένο μυ και περιγράφει την αντίστασή του στη διάταση. Ο μη φυσιολογικός τόνος καθορίζεται ως εξής: υπερτονία (αυξημένος μυϊκός τόνος, όπως στη σπαστικότητα), υποτονία (μειωμένος μυϊκός τόνος, διατεταμένη παράλυση), ατονία (απώλεια μυϊκού τόνου). Ο μυϊκός τόνος εκτιμάται ως μέρος της τυπικής νευρολογικής εξέτασης στη ΣΚΠ.

Νόσος του Little: Η εγκεφαλική παράλυση έγινε γνωστή και προσήλκυσε το ενδιαφέρον αρχικά του ιατρικού κλάδου με τις εργασίες του John Little το 1841 και 1861. Για το λόγο αυτό αρχικά ονομάστηκε «νόσος του Little». Καθώς όμως οι εργασίες του Little επικεντρώνονταν σε μία μόνο μορφή της, τη σπαστική διπληγία μετονομάστηκε στη συνέχεια σε «εγκεφαλική παράλυση», αν και δεν πρόκειται πάντοτε για παράλυση. Συγκεκριμένα, ο όρος «εγκεφαλική» αναφέρεται στην αιτιολογική βλάβη (τον εγκέφαλο) σε αντιδιαστολή με τη βλάβη του νωτιαίου
μυελού, ενώ ο όρος «παράλυση» αναφέρεται στην απώλεια ή μείωση της κινητικότητας ανώμαλου συγχρονισμού της μυϊκής ενέργειας.

Σπαστικά παιδιά: Ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό παιδιών υφίστανται κατά τον τοκετό, συνήθως λόγω προσωρινής έλλειψης οξυγόνου, τέτοιες βλάβες, που να προκληθούν διαταραχές της κινητικότητας. 
Εδώ πρέπει να λάβουμε υπόψη, ότι βλάπτονται κατά κύριο λόγο τμήματα του εγκεφάλου, που είναι υπεύθυνα για τον συνδυασμό των φυσιολογικών κινήσεων. Διεθνείς έρευνες έχουν δείξει, ότι για ένα μεγάλο αριθμό αυτών των παιδιών, δεν χρειάζεται να αποβεί μοιραίο για όλη τους την ζωή να μην μπορούν να καθίσουν, να περπατήσουν ή να κάνουν χειρισμούς, αν αρχίσει έγκαιρα η κατάλληλη θεραπεία. Αυτή η θεραπεία διδάσκει κατά κάποιον τρόπο πρότυπα κινήσεων σ’ ένα χρόνο, που δεν έχουν ακόμα αποτυπωθεί οριστικά τα παθολογικά πρότυπα κινήσεων στον εγκέφαλο.
Ποικίλες έρευνες σε διάφορα θεραπευτικά κέντρα του εσωτερικού και του εξωτερικού δείχνουν, ότι ο καταλληλότερος χρόνος για την θεραπεία βρίσκεται μεταξύ του τρίτου και του ενδέκατου μήνα της ζωής.
Μετά τον ενδέκατο μήνα η πιθανότητα να διδαχθεί το παιδί φυσιολογικά πρότυπα κινήσεων έχει βασικά χαθεί για πολλά παιδιά, αν και οι θεραπευτικές προσπάθειες, έστω και αργά, έχουν οπωσδήποτε νόημα.
Αυτές οι γνώσεις, για την έγκαιρη θεραπεία των παιδιών με αναπηρίες, έχουν μεγάλη σημασία. Όσο πιο νωρίς αρχίζει η θεραπεία π.χ. ενός παιδιού με σπαστική παράλυση, τόσο πιο μεγάλη είναι η επιτυχία.
Μία ανάλογη υποψία του γιατρού στους πρώτους μήνες της ζωής πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη από τους γονείς, αλλιώς χάνεται πολύτιμος χρόνος για την θεραπεία.
Οι γονείς δεν θα πρέπει να αρκούνται με την διαβεβαίωση, ότι το παιδί τους είναι από αυτά που αναπτύσσονται αργά.